Monday, 8 October 2012

Συμπλήρωμα για ταξιδευτές.

Δεν θυμάμαι πως βρέθηκα εδώ, σε αυτή την απόκοσμη και ομιχλώδη παραλια.



Δεν ξέρω τι υπάρχει τριγύρω πέρα από το μικρό καλυβάκι που μένει μια γριά τσιγγάνα και το και το σκουριασμένο ναυάγιο ενός μεγάλου εμπορικού πλοίου.


Μένω μαζί της στο καλύβι εδώ και δυο βδομάδες, η τσιγγάνα δεν μου μιλάει ποτε, μονο καμια φορα μου γνέφει προς το πλοίο και εγώ καταλαβαίνω. Τις φέρνω μεγάλα κομμάτια μέταλλο από το ναυάγιο και εκκινεί αρχίζει να τα σφυρηλατεί στο μικρό σιδηρουργείο της, πίσω από την καλύβα, μέρα και νύχτα. Και ο ήχος του σφυριού πάνω στο μέταλλο δεν σταματάει ποτε, ποτε.

Μια μέρα με φώναξε με το όνομα μου και μου μίλησε για πρώτη φορα.

"Ήρθες εδώ γιατί θέλεις να ταξιδέψεις, γιατί αυτό είσαι, είσαι ο Ταξιδευτής.
Εκεί που θέλεις να πας δεν έχει πάει άλλος κανεις και δεν μπορεί να πάει.
Αυτό είναι το κλειδί σου, φτιαγμένο από κάτι φτιαγμένο για να ταξιδεύει, όπως και εσύ.
Αλλαγμένο έτσι που να μην ανοίγει πόρτες, αλλα μη-πόρτες.Αυτός είσαι εσύ και αυτό είναι το κλειδί σου, το μονο πράγμα που θα έχεις ποτε δικό σου, όλα τα αλλα θα είναι δανεικά."

Πήρα το κλειδί στα χερια μου.

Μου έδειξε μια πόρτα που ξεπρόβαλε μέσα από την ομίχλη.

Δεν την χρειαζόμουν.

No comments:

Post a Comment