Wednesday, 17 October 2012

A Psychedelic Dream

Και που λες περπατούσα σε μια έρημο, το μονο που έβλεπα ήταν ατέλειωτοι αμμόλοφοι προς κάθε κατεύθυνση. Ο ήλιος δεν έδυε ποτε και έκαιγε την σάρκα μου.

Κάποια στιγμή καθώς κάθε σκέψη ελπίδας η σωτηρίας είχε φτερουγίσει από την φωλια του μυαλού μου για να πάει σε ένα πιο δροσερό μέρος ένα τεράστιο σκουλήκι εμφανίστηκε μέσα από την άμμο και μου μίλησε.

-Είμαι ο Αντρέα Μικρούτσικος, καλωσόρισες στο μεγάλο παζάρι.

-E εσύ δεν θα έπρεπε να είσαι ο Shai Hulud;

-Όχι είμαι ο Μικρούτσικος και είμαι τηλεπαρουσιαστής.

-Οκ και από μένα τi θες;

-Εσύ είσαι ο αποψινός τυχερός, θα παίξεις μαζί μας για το μεγάλο έπαθλο.

-Μάλιστα, και τι ακριβώς πρέπει να κάνω;


Τότε ξαφνικά εμφανίστηκαν 3 κουρτίνες μπροστά μου.

-Πρέπει να διαλέξει μια από τις τρεις κουρτίνες.

-Και τι έχουν μέσα η κουρτίνες;

-Δεν έχω ιδέα, δικό σου όνειρο είναι.

-Ωραία αφού είναι δικό μου όνειρο μπορώ να δω τι έχουνε μέσα.

-Όχι, όχι. Αυτό απαγορεύεται αυστηρά από τους κανόνες.

-Αφού είναι δικό μου το όνειρο, εγώ δεν πρέπει αν φτιάχνω τους κανόνες;

-ΈΕΕΕ... Δεν ξέρω. Μισό να κοιτάξω μου το βιβλίο οδηγιών.

Έβγαλε λοιπόν ένα βιβλίο μέσα από την άμμο και άρχισε να το διαβάζει.
-Λοιπόν το λέει καθαρά, τους κανόνες δεν μπορεί να τους αλλάξει κανεις.

-I am the Kwisatz Haderach. That is reason enough.


Τότε το σκουλήκι υποκλίθηκε μπροστά μου και πλησίασα προς τις τρις κουρτίνες.

Η πρώτη είχε μέσα ένα δράκο να κατασπαράζει μια πριγκίπισσα.
-Χμμμμμμ, λίγο ακραίο για τα γούστα μου, δεν θα πάρω.

H δεύτερη είχε το πιο βρώμικο γραφείο που έχω δει στην ζωή μου με ένα πλάσμα σαν τον Jabba the Hutt να παίζει Diablo 3.

-Πολύ σάπιο , έχω αφήσει πίσω μου αυτές τις υπέροχες μέρες.

Η τρίτη είχε ένα πολύ κυριλέ γραφείο με έναν καλοντυμένο γιάπι να παθαίνει έμφραγμα στα 35 του.

-Oκ.. δεν νομίζω ότι χρειάζεται κάποιο σχόλιο εδώ.

-Αποφάσισες λοιπόν πια κουρτίνα θα διαλέξεις;

-Ναι, έχει μια όαση λίγο πιο κάτω, τάβλι ξέρεις; Κερνάω καφέ.

Και κάπως έτσι συνεχίστηκε αυτό το όνειρο, πόρτες πλακωτό και φεύγα, ασόδυο δεν έπαιζε ο Αντρέας.


 

Monday, 8 October 2012

Συμπλήρωμα για ταξιδευτές.

Δεν θυμάμαι πως βρέθηκα εδώ, σε αυτή την απόκοσμη και ομιχλώδη παραλια.



Δεν ξέρω τι υπάρχει τριγύρω πέρα από το μικρό καλυβάκι που μένει μια γριά τσιγγάνα και το και το σκουριασμένο ναυάγιο ενός μεγάλου εμπορικού πλοίου.


Μένω μαζί της στο καλύβι εδώ και δυο βδομάδες, η τσιγγάνα δεν μου μιλάει ποτε, μονο καμια φορα μου γνέφει προς το πλοίο και εγώ καταλαβαίνω. Τις φέρνω μεγάλα κομμάτια μέταλλο από το ναυάγιο και εκκινεί αρχίζει να τα σφυρηλατεί στο μικρό σιδηρουργείο της, πίσω από την καλύβα, μέρα και νύχτα. Και ο ήχος του σφυριού πάνω στο μέταλλο δεν σταματάει ποτε, ποτε.

Μια μέρα με φώναξε με το όνομα μου και μου μίλησε για πρώτη φορα.

"Ήρθες εδώ γιατί θέλεις να ταξιδέψεις, γιατί αυτό είσαι, είσαι ο Ταξιδευτής.
Εκεί που θέλεις να πας δεν έχει πάει άλλος κανεις και δεν μπορεί να πάει.
Αυτό είναι το κλειδί σου, φτιαγμένο από κάτι φτιαγμένο για να ταξιδεύει, όπως και εσύ.
Αλλαγμένο έτσι που να μην ανοίγει πόρτες, αλλα μη-πόρτες.Αυτός είσαι εσύ και αυτό είναι το κλειδί σου, το μονο πράγμα που θα έχεις ποτε δικό σου, όλα τα αλλα θα είναι δανεικά."

Πήρα το κλειδί στα χερια μου.

Μου έδειξε μια πόρτα που ξεπρόβαλε μέσα από την ομίχλη.

Δεν την χρειαζόμουν.